Χωρίς Μέτρο…!!
Written by Thnx Radio on February 4, 2015
Πέντε οσκαρικές υποψηφιότητες για την ανεξάρτητη έκπληξη της χρονιάς. Οι Μάιλς Τέλερ («Ονειρεμένο Τώρα», «Οι Διαφορετικοί» ) και Τζέι Κέι Σίμονς («Spider-man» ), παίρνουν πάνω τους μια κινηματογραφική κόντρα μαθητή και δασκάλου, καθώς ένας νεαρός ταλαντούχος ντράμερ εισάγεται σε ένα διάσημο ωδείο και συγκρούεται μετωπικά με τον τελειομανή και απάνθρωπα απαιτητικό καθηγητή του.
Η ανεξάρτητη έκπληξη της χρονιάς, που γυρίστηκε μόλις σε 19 ημέρες, απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο και το Βραβείο Κοινού στο Φεστιβάλ Σάντανς, ξεσηκώνοντας κατόπιν το Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στις Κάνες, όπου χειροκροτήθηκε επί 20 λεπτά!!
– Ο πρωταγωνιστής Μάιλς Τέλερ, παίζει ο ίδιος τα ντραμς στην ταινία. Για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ρόλου ο Τέλερ, ο οποίος παίζει ντραμς από τα 15 του χρόνια, έκανε μαθήματα 4 ώρες την ημέρα, 3 μέρες την εβδομάδα μέχρι το γύρισμα. Αρκετό από το αίμα που βλέπουμε στις μπαγκέτες και στα ντραμς είναι δικό του…
– Για τη σκηνή με το χαστούκι ο Τζ. Κ. Σίμονς και ο Μάιλς Τέλερ έκαναν πολλές λήψεις, όπου το χαστούκι είναι ψεύτικο. Στην τελευταία λήψη, αποφάσισαν το χαστούκι να είναι γνήσιο. Αυτή είναι και η λήψη που βλέπουμε στην ταινία.
– Ανάμεσα στις εκπληκτικές μελωδίες που ακούγονται στην ταινία θα βρείτε τα Untoit (Stan Getz), Caravan (John Wasson) και Whiplash (Hank Levy).
Η κριτική επιτροπή του κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Ντοβίλ υπό την προεδρία του διάσημου σκηνοθέτη, Κώστα Γαβρά απένειμε στην ταινία του 29χρόνου σκηνοθέτη Νταμιέν Σαζέλ,”Whiplash” (“Χωρίς Μέτρο”) το 1ο βραβείο.
Το “Whiplash” επίσης κέρδισε και το βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ της Ντοβίλ.
Με 5 υποψηφιότητες για Όσκαρ και Βραβείο Χρυσής Σφαίρας στον J. K. Simmons, καθώς και το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και Βραβείο Κοινού στο Φεστιβάλ Sundance, το Χωρίς Μέτρο είναι το αναπάντεχο φαβορί της χρονιάς.
Βασισμένη στην επίσης βραβευμένη στο Sundance ταινία μικρού μήκους, διαθέτει εξαιρετικές ερμηνείες από το πρωταγωνιστικό δίδυμο, τον Miles Teller (The Spectacular Now, Divergent) και τον J. K. Simmons (Juno, Up in the Air), μια πυρετώδη σκηνοθετική προσέγγιση από τον ταλαντούχο Damien Chazelle (Guy and Madeline on a Park Bench), πολλή ένταση, συγκίνηση, υπέροχες μελωδίες και φυσικά ρυθμό.
Υπάρχουν όρια άραγε όταν προσπαθείς να αναδείξεις την τέλεια ερμηνεία; Από τις συγκλονιστικότερες και πιο ηλεκτρισμένες κινηματογραφικές εμπειρίες των τελευταίων χρόνων.
Σημείωμα σκηνοθέτη…
Υπάρχουν πολλές ταινίες για τη χαρά της μουσικής. Αλλά ως νεαρός ντράμερ στην ορχήστρα ενός μουσικού σχολείου με διακατείχε κάτι διαφορετικό: ο φόβος. Ο φόβος του να χάσω ένα χτύπημα. Ο φόβος του να χάσω τον ρυθμό. Και πιο έντονος από κάθε τι ήταν ο φόβος του διευθυντή της ορχήστρας. Με το “Χωρίς Μέτρο” ήθελα να δημιουργήσω μια ταινία για τη μουσική που να θυμίζει πολεμική ή γκανγκστερική ταινία, όπου τα όργανα αντικαθιστούν τα όπλα, όπου οι λέξεις είναι το ίδιο βίαιες όσο τα όπλα και η δράση δεν ξετυλίγεται σε ένα πεδίο μάχης αλλά σε μια αίθουσα που γίνονται πρόβες ή στη σκηνή ενός θεάτρου.
Ο θρύλος της τζαζ που με έχει τραβήξει από πάντα είναι ο νεαρός Charlie Parker. Αν ρωτούσατε τους σύγχρονους του Charlie όταν ήταν 16 ή 17 ετών στο Kansas City ποιος θα ήταν ο μεγαλύτερος μουσικής της γενιάς του, κανένας δεν θα επέλεγε τον Charlie. Για τους παλιούς, ήταν απλώς ένα ανυπόμονο παιδί με μέτριο ταλέντο. Κι όμως, με κάποιο τρόπο κάτι συνέβη στον Charlie στο τέλος της εφηβείας του, γιατί μέχρι τα 19 έπαιζε ήδη τη σπουδαιότερη μουσική που έχουμε ακούσει μέχρι σήμερα. Πώς συνέβη αυτό; Λοιπόν, κατά τα λεγόμενα, μια νύχτα ο Charlie έπαιξε σε ένα κλαμπ και τα θαλάσσωσε στο σόλο του. Ο μόνιμος ντράμερ του έριξε ένα κύμβαλο στο κεφάλι και το κοινό τον γιούχαρε. Πήγε για ύπνο με δάκρυα στα μάτια και μουρμουρίζοντας ότι θα τους δείξει. Εξασκήθηκε σαν τρελός για τον επόμενο χρόνο και μετά επέστρεψε στο κλαμπ όπου τους άφησε άφωνους.
Στο λύκειο, πέρασα ώρες κάθε μέρα κλειδωμένος σε ένα υπόγειο με ηχομόνωση, κάνοντας εξάσκηση στα ντραμς μέχρι που τα χέρια μου αιμορραγούσαν, καθώς ονειρευόμουν μια τέτοια μεταμόρφωση – αυτό με την παρότρυνση ενός απίστευτου τοπικού ήρωα, τον διευθυντή ορχήστρας του σχολείου, ο οποίος κατάφερε τη δική του συναρπαστική μεταμόρφωση μέσα σε μία δεκαετία. Μετέτρεψε τη τζαζ μπάντα ενός δημόσιου σχολείου στο Νιου Τζέρζι στο καλύτερο πρόγραμμα του είδους σε ολόκληρη τη χώρα σύμφωνα με το περιοδικό Down Beat. Η ορχήστρα έπαιξε σε δύο προεδρικές ορκωμοσίες και άνοιξε το τζαζ φεστιβάλ JVC στη Νέα Υόρκη. Για χρόνια, τα ντραμς ήταν η ζωή μου και για πρώτη φορά η μουσική συνδέθηκε στο μυαλό μου πάνω από όλα όχι με τη διασκέδαση, την απόλαυση ή την έκφραση αλλά τον φόβο.
Κοιτάζοντας πίσω, αναρωτιέμαι πώς και γιατί συνέβη αυτό. Το ταξίδι μου ως ντράμερ έφτασε μέχρι εθνικές διακρίσεις και βραβεία, αλλά θυμάμαι ακόμα τους εφιάλτες, τη ναυτία και τα γεύματα που δεν έφαγα, τις μέρες της αφόρητης αγωνίας, όλα στην υπηρεσία ενός μουσικού είδους που φαινομενικά έχει να κάνει με την ελευθερία και τη χαρά. Το πιο κρίσιμο από όλα για μένα εκείνο τον καιρό ήταν μόνο μία σχέση, αυτή που είχα με τον δάσκαλο μου. Αυτή τη σχέση, τόσο φορτισμένη και έντονη, ήταν κάτι που ήθελα να εξερευνήσω στην ταινία. Αν είναι καθήκον του δασκάλου να σπρώχνει τους μαθητές στο μεγαλείο, τότε σε ποιο σημείο σταματάει αυτό; Έπρεπε να γιουχάρουν τον Charlie Parker στη σκηνή για να γίνει ο “Bird”? Πώς γίνεται κάποιος σπουδαίος;
Για να αιχμαλωτίσω τα συναισθήματα που ένιωσα την περίοδο που ήμουν ντράμερ, κινηματογράφησα κάθε μουσική ερμηνεία στην ταινία σαν να είναι θέμα ζωής και θανάτου, σαν κυνηγητό με αυτοκίνητα ή σαν ληστεία τράπεζας. Ήθελα να δείξω όλες τις λεπτομέρειες που θυμόμουν, όλη τη βρωμιά, την προσπάθεια που χρειάζεται ένα κομμάτι μουσικής. Τις ωτοασπίδες και τις σπασμένες μπαγκέτες, τις φουσκάλες και τις πληγές στα χέρια, το ασταμάτητο μέτρημα και το συνεχές μπιπ τον μετρονόμων, τον ιδρώτα και την κούραση. Ταυτόχρονα, ήθελα να αιχμαλωτίσω τις φευγαλέες στιγμές που επιτρέπει η μουσική και που το φιλμ μπορεί να συλλάβει. Όταν ακούς ένα σόλο του Charlie Parker μπαίνεις σε μια κατάσταση ευδαιμονίας. Άξιζε τον κόπο να υποφέρει τόσο πολύ ο Parker για την τέχνη του, για να μπορούμε να απολαύσουμε τα αποτελέσματα δεκαετίες μετά; Δεν έχω ιδέα, αλλά για μένα είναι μια ερώτηση που αξίζει να τεθεί, καθώς αφορά κάτι πέρα από τη μουσική ή την τέχνη και αγγίζει μια ιδέα που δεν είναι απλή, αλλά από την άλλη είναι τόσο θεμελιώδης για την αμερικάνικη προσωπικότητα: το μεγαλείο με όποιο κόστος.
Από την Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου στους κινηματογράφους.